Οι αυξήσεις των δασμών έχουν τη δυνατότητα να επιφέρουν επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου, των επενδύσεων και της ανάπτυξης, ωστόσο οι πιθανές απώλειες δεν κατανέμονται εξίσου μεταξύ χωρών και περιοχών. Οι επιπτώσεις στον πληθωρισμό -και επομένως στα επιτόκια των κεντρικών τραπεζών- είναι πιο αμφίσημες. Η ακριβής αξιολόγηση των επιπτώσεών τους περιπλέκεται από τις προϋπάρχουσες στρεβλώσεις στο διεθνές εμπόριο, οι οποίες έχουν αποτελέσματα παρόμοια με αυτά των δασμών, καθώς και από την υψηλή αβεβαιότητα σχετικά με την πορεία της σχετικής διαπραγματευτικής διαδικασίας και το τελικό της αποτέλεσμα. Στο βασικό σενάριο μη κλιμάκωσης/αντιποίνων και επίτευξης διμερών συμφωνιών, ο αντίκτυπος θα μπορούσε να είναι διαχειρίσιμος και βραχύβιος. Στο δυσμενές σενάριο, οι αποπληθωριστικές (ή για ορισμένες χώρες οι στασιμοπληθωριστικές) επιπτώσεις θα μπορούσαν να είναι περισσότερο σοβαρές και πιο παρατεταμένες. Η Ελλάδα επηρεάζεται σχετικά λιγότερο από τον άμεσο αντίκτυπο των δασμών και διαθέτει μέτρα για την αντιμετώπιση τυχόν δευτερογενών επιπτώσεων, συμπεριλαμβανομένης της ανθεκτικότητας του τουρισμού, των δημοσιονομικών αποθεμάτων, της ώθησης από τις αμυντικές επενδύσεις και ενός μεγάλης κλίμακας RRF. Ομοίως, οι οικονομίες της Κύπρου και της Βουλγαρίας είναι σχετικά πιο προστατευμένες. Σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, οι εμπορικοί πόλεμοι έχουν τη δυνατότητα να αναδιαμορφώσουν τον γεωοικονομικό ανταγωνισμό μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας και τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού.
(η μελέτη είναι διαθέσιμη στα αγγλικά)