«Τις τελευταίες εβδομάδες, διακρίνεται στο εξωτερικό μία αισθητή αλλαγή του κλίματος για την Ελλάδα. Ήδη καταγράφεται ανανεωμένο και αυξανόμενο επενδυτικό ενδιαφέρον, μεγαλύτερη κατανόηση και βελτιούμενες προσδοκίες ότι η Ελλάδα θα παραμείνει στην Ευρωζώνη και θα καταφέρει να επιστρέψει σε αναπτυξιακή πορεία». Την παραπάνω επισήμανση έκανε από το Λονδίνο ο Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank κ. Νικόλαος Καραμούζης, επικεφαλής αντιπροσωπείας υψηλόβαθμων στελεχών της Τράπεζας, που επισκέφθηκε τη βρετανική πρωτεύουσα για σειρά επαφών με διεθνείς θεσμικούς φορείς και πελάτες του Ομίλου.
Η αντιπροσωπεία στην οποία συμμετείχαν ο Οικονομικός Σύμβουλος της Τραπέζης κ. Γκίκας Χαρδούβελης, ο Γενικός Διευθυντής Διεθνών Αγορών κ. Φωκίων Καραβίας και ο Διευθυντής Διεθνών Δραστηριοτήτων κ. Θεόδωρος Καρακάσης, είχε συναντήσεις και παρουσιάσεις σε διεθνείς οργανισμούς και μεγάλες διεθνείς Τράπεζες, κατά τις οποίες καταγράφηκε, για πρώτη φορά μετά από μια μακρά περίοδο, έντονο ενδιαφέρον για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Από τις συναντήσεις στο Λονδίνο προκύπτει ότι το ενδιαφέρον για την Ελλάδα είναι αυξανόμενο και καταγράφεται βελτίωση του επενδυτικού κλίματος από διεθνείς επενδυτικούς οίκους, δήλωσε ο κ. Ν. Καραμούζης. Συγκεκριμένα, ο τζίρος στη δευτερογενή αγορά ομολόγων του δημοσίου έχει αυξηθεί σημαντικά από € 20-30 εκατ. ημερησίως, σε € 300-350 εκατ. τις τελευταίες εβδομάδες, με τις τιμές των ελληνικών ομολόγων να έχουν σχεδόν διπλασιαστεί από τα χαμηλά τους επίπεδα. Η επιστροφή στο τραπεζικό σύστημα, καταθέσεων από το εξωτερικό και χαρτονομισμάτων από το εσωτερικό, συνεχίζεται, οι επισκέψεις εξειδικευμένων επενδυτικών οίκων στην Ελλάδα έχουν πυκνώσει σημαντικά, κυρίως με στόχο την ενεργό συμμετοχή τους στην αναδιοργάνωση της ελληνικής οικονομίας. Παράλληλα, η πρόσβαση των ελληνικών Τραπεζών στις διεθνείς αγορές δείχνει αξιοσημείωτα σημεία βελτίωσης, χωρίς βέβαια να έχει αποκατασταθεί πλήρως η πρόσβασή τους στις αγορές, σημείωσε ο Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας.
Η αντιπροσωπεία της Eurobank παρουσίασε στους επενδυτές και τις διεθνείς τράπεζες την πρόοδο που έχει σημειώσει η Ελληνική οικονομία, στους κρίσιμους τομείς της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας, του περιορισμού των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και της βελτίωσης του εξωτερικού ελλείμματος, δηλαδή του ελλείμματος του ισοζυγίου πληρωμών.
Ειδικότερα, όπως τεκμηριώνεται στις παρουσιάσεις που πραγματοποιήθηκαν, η Ελλάδα έχει ανακτήσει σήμερα περίπου το 60%-70% της ανταγωνιστικότητας που απώλεσε την περασμένη δεκαετία, ενώ το πρωτογενές δημοσιονομικό έλλειμμα, αναμένεται να μετατραπεί κατά πάσα πιθανότητα σε πλεόνασμα το 2013. Το εξωτερικό ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών, χωρίς να συνυπολογίζονται οι επιπτώσεις από τα καύσιμα και τις αγοραπωλησίες πλοίων, ήταν θετικό, δηλαδή, πλεονασματικό το 2011, για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, ενώ παραμένει θετικό και μάλιστα βελτιούμενο το 2012. Ωστόσο, το κόστος προσαρμογής της Ελληνικής οικονομίας είναι μεγάλο, κυρίως λόγω της βραδείας προσαρμογής των τιμών αγαθών και υπηρεσιών, με βαθύτατη ύφεση για πέντε συνεχή έτη, σωρευτική μείωση του ΑΕΠ κατά 18% περίπου και με παράλληλη δραματική αύξηση της ανεργίας που ξεπέρασε το 23%.
Το ενδιαφέρον των ξένων αναλυτών εστιάσθηκε επίσης στους κρίσιμους τομείς και τις μεγάλες θεσμικές μεταρρυθμίσεις που εκκρεμούν, τομείς στους οποίους απαιτείται βελτίωση των επιδόσεων, ώστε η χώρα να κερδίσει τη μάχη της ανάπτυξης και της αναστροφής των αρνητικών προσδοκιών που επικρατούν ακόμα σήμερα στις διεθνείς αγορές για την Ελλάδα.
Ιδιαίτερη αναφορά έγινε από τα στελέχη της Τράπεζας, στην προσπάθεια που καταβάλλεται ώστε να αντιμετωπιστούν και να υλοποιηθούν επιτυχώς όλες εκείνες οι μεταρρυθμίσεις που παρουσιάζουν σημαντική υστέρηση, όπως άλλωστε έχουν ήδη καταγράψει οι διεθνείς αγορές. Οι τομείς αυτοί αφορούν την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, την πάταξη της φοροδιαφυγής και την καθιέρωση ενός σύγχρονου φορολογικού πλαισίου, την απελευθέρωση των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών, την ενίσχυση του ανταγωνισμού, την αναδιάρθρωση και αναβάθμιση του ευρύτερου δημόσιου τομέα και των ΔΕΚΟ, έτσι ώστε να γίνουν αποδοτικότερες και αποτελεσματικότερες. Εξαιρετικής σημασίας είναι επίσης η αποκατάσταση της ρευστότητας και της χρηματοοικονομικής υγείας στο χρηματοπιστωτικό τομέα, έτσι ώστε να καταστεί εφικτή η χρηματοδότηση της ανάπτυξης και η επανεκκίνηση της οικονομίας. Οι παραπάνω υστερήσεις τα τελευταία χρόνια, αφενός έχουν υπονομεύσει την επιτυχία της προσαρμογής της Ελληνικής οικονομίας και αφετέρου, έχουν οδηγήσει σε βαθύτερη ύφεση, σε μεγαλύτερο κόστος προσαρμογής και σε μια άνιση κατανομή των βαρών στην ελληνική κοινωνία.
Η ελληνική αντιπροσωπεία, επεσήμανε στους εκπροσώπους των διεθνών οργανισμών και των μεγάλων ξένων τραπεζών, τη βαρύτητα και τη σημασία που έχει για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση, η βελτίωση των προσδοκιών στις διεθνείς αγορές και κυρίως η εξάλειψη της κινδυνολογίας για τις πιθανότητες επιστροφής της Ελλάδας στη δραχμή. Όσο κυριαρχούν τέτοιες απόψεις στις διεθνείς αγορές, ότι υπάρχει δηλαδή σημαντική πιθανότητα εξόδου της χώρας από την Ευρωζώνη, οι ξένες και οι εγχώριες επενδύσεις στην Ελλάδα θα υστερούν σοβαρά. Είναι προφανές πως κάτω από αυτές τις συνθήκες είναι δύσκολο να πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε επένδυση, η ρευστότητα στην αγορά θα παραμένει εξαιρετικά περιορισμένη, τα επιτόκια υψηλά και η προσπάθεια επανεκκίνησης της Ελληνικής οικονομίας θα υπονομεύεται καθημερινά, υπογράμμισαν τα στελέχη της Eurobank. Στο σημείο αυτό επεσήμαναν ότι απαιτείται και η συνδρομή των Ευρωπαίων εταίρων μας, και κυρίως η αναγνώριση της προόδου που έχει σημειωθεί στην Ελληνική οικονομία. Προς αυτή την κατεύθυνση άκαιρες δηλώσεις όχι μόνον δεν βοηθούν αλλά αντιθέτως μπορεί να υπονομεύσουν στην ουσία την προσπάθεια εξόδου της χώρας από την κρίση.
«Πέραν της επίπονης προσπάθειας δημοσιονομικής προσαρμογής που καταβάλλει η χώρα και η ελληνική κοινωνία, είναι η στιγμή να χαράξουμε μία συνολική, πολυεπίπεδη εθνική στρατηγική βελτίωσης της εικόνας μας στο εξωτερικό» σημείωσε ο κ. Καραμούζης. «Στόχος μια τέτοιας πρωτοβουλίας, την οποία η Eurobank υποστηρίζει με όλα τα μέσα που διαθέτει, είναι η πληρέστερη ενημέρωση και η ενίσχυση της επιρροής στα κέντρα εξουσίας και στα κέντρα λήψης των επενδυτικών αποφάσεων παγκοσμίως, όπως είναι οι διεθνείς τράπεζες, τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, οι διεθνείς θεσμικοί επενδυτές, οι επιχειρηματικές ενώσεις και οι οίκοι αξιολόγησης» εξήγησε προσθέτοντας ότι «παράλληλα με τη μάχη που διεξάγεται στο εσωτερικό της χώρας μας, έμφαση θα πρέπει να δώσουμε και στην αποκατάσταση της αξιοπιστίας και της θέσης μας στο εξωτερικό, μέσω μιας ολοκληρωμένης παρέμβασης ενημέρωσης και επιρροής, που να προβάλλει τα επιτεύγματα της ελληνικής οικονομίας στους τομείς της ανταγωνιστικότητας, της δημοσιονομικής προσαρμογής και των οικονομικών μεταρρυθμίσεων. Η πρόοδος αυτή, ωστόσο δεν είναι ικανή από μόνη της για να οδηγήσει τη χώρα στην έξοδο από την κρίση. Σήμερα περισσότερο από ποτέ είναι επιτακτική ανάγκη να συνδυάσουμε τη δημοσιονομική προσαρμογή με αναπτυξιακά μέτρα και πρωτοβουλίες για τη στήριξη της υγιούς επιχειρηματικότητας και της εξωστρέφειας της οικονομίας μέσω ενίσχυσης των εξαγωγών, ώστε να διαμορφώσουμε ένα δυνατό μείγμα πολιτικής που θα βελτιώσει τις προσδοκίες που επικρατούν και να αντιστρέψουμε το κλίμα που έχει επιδράσει τόσο αρνητικά στην οικονομική πορεία της χώρας μας».