Οι σύνθετες επενδύσεις μπορούν να γεφυρώσουν δύο κόσμους
Με αφορμή τη διατήρηση της οικονομικής ανάπτυξης οι περισσότερες Κεντρικές Τράπεζες, από το 2019 κιόλας, προχώρησαν σε νομισματικές παρεμβατικές κινήσεις στην παγκόσμια οικονομία. Ο ρόλος τους κατά το 2020, με την εμφάνιση της πανδημίας, κατέστη καταλυτικός, αφού με εξαιρετικά αντανακλαστικά, πρωτόγνωρη ταχύτητα υλοποίησης και έκταση μέτρων ανέλαβαν να διαχειριστούν τις άνευ προηγουμένου επιπτώσεις λόγω Covid-19 στις διεθνείς αγορές, οι οποίες έθεταν σε κίνδυνο το παγκόσμιο οικονομικό οικοδόμημα. Παράλληλα, οι Κυβερνήσεις ανακοίνωσαν ένα τεράστιο πρόγραμμα μεσοπρόθεσμης δημοσιονομικής στήριξης των κοινωνιών, συνολικού ύψους τουλάχιστον 10 τρισ. δολαρίων ΗΠΑ.
Σήμερα, στην περίπτωση της Ευρωζώνης οι ανάλογες παρεμβάσεις που υλοποιούνται στον νομισματικό τομέα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) είναι:
- Προγράμματα αγοράς κυβερνητικών ή εταιρικών ομολόγων (PSPP, PEPP κ.λπ.) με στόχο τη συγκράτηση των αποδόσεων και την υποστήριξη της επιτυχούς έκδοσης εταιρικών ομολόγων εκδοτών πιστοληπτικής διαβάθμισης.
- Μέτρα με σκοπό την παροχή ρευστότητας σε τακτική βάση (ΜROs) για τη διαχείριση των αναγκών ρευστότητας των εμπορικών τραπεζών ή σε έκτακτη βάση (TLTROs, PELTROs, APP κ.λπ.) με σκοπό την ενθάρρυνση της μεσο-μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης των τελικών οικονομικών μονάδων.
- Διαχείριση των παρεμβατικών επιτοκίων από την ΕΚΤ (κυρίως των επιτοκίων αποδοχής υπερβάλλουσας ρευστότητας ή παροχής δανεισμού) και του ύψους / τιμολόγησης των διαθεσίμων των εμπορικών τραπεζών στην ΕΚΤ.
Στο πλαίσιο αυτό, εντός του 2020 οι Τίτλοι της Ελληνικής Δημοκρατίας (GGBs) έγιναν αποδεκτοί για πρώτη φορά προς αγορά από την ΕΚΤ μέσω του προγράμματος PSPP, οδηγώντας τις αποδόσεις τους σε ιστορικά χαμηλά και κοντά σε αυτές των αντίστοιχων ομολόγων συγκρίσιμων δυτικών οικονομιών του Νότου.
Το περιβάλλον των μηδενικών ή αρνητικών διατραπεζικών επιτοκίων, το οποίο βιώνουμε σήμερα, αναμένεται να διατηρηθεί για αρκετό διάστημα. Ειδικότερα, τα χαμηλά επιτόκια του ευρώ έχουν οδηγήσει σε ουσιαστικά σχεδόν μηδενικές αποδόσεις για τους παραδοσιακούς καταθέτες, που τώρα αναζητούν εναλλακτικές σε διαφορετικής μορφής επενδύσεις, στις οποίες σαφώς το κεφάλαιο δεν είναι εγγυημένο, όπως συμβαίνει με τις παραδοσιακές καταθέσεις. Αυτό σημαίνει ουσιαστικά ότι ο επενδυτής, στοχεύοντας στην επίτευξη υψηλότερης απόδοσης, πρέπει να αντιλαμβάνεται τη σχέση αναλαμβανόμενου κινδύνου / απόδοσης.
Δυνητικά, ένα είδος επένδυσης που μπορεί να γεφυρώσει τους δύο κόσμους, αυτόν της παραδοσιακής κατάθεσης και αυτόν που ενέχει την πιθανότητα απώλειας σημαντικού ποσοστού του κεφαλαίου στη λήξη, είναι οι σύνθετες επενδύσεις με πλήρη ή μερική εγγύηση κεφαλαίου, δηλαδή δομημένες καταθέσεις και επενδύσεις όπου όμως η υψηλότερη απόδοση ή/και η επιστροφή του συνόλου του επενδεδυμένου κεφαλαίου καθορίζονται από την εξέλιξη ενός υποκείμενου δείκτη στις αγορές συναλλάγματος, μετοχών, εμπορευμάτων κ.λπ. Αυτές οι επενδύσεις ενέχουν δηλαδή τον κίνδυνο απώλειας μέρους μόνο του επενδεδυμένου κεφαλαίου, ανάλογα με την πορεία της υποκείμενης αξίας και τους προκαθορισμένους (σύμφωνα με τις ανάγκες του επενδυτή) όρους της συναλλαγής.