Αμερικανική Κεντρική Τράπεζα
Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) διατήρησε τα επιτόκια σταθερά, όπως αναμενόταν, εκφράζοντας όμως μία πιο επιφυλακτική στάση μέσω του διαγράμματος των εκτιμήσεων για τα επιτόκια (dot plot) το οποίο υποδηλώνει μία μόνο μείωση επιτοκίου φέτος. Αυτό σημαίνει ότι τα περισσότερα μέλη της κεντρικής τράπεζας πιστεύουν πως τα επιτόκια χρειάζεται να παραμείνουν υψηλά για μεγαλύτερο διάστημα προκειμένου να επανέλθει ο πληθωρισμός στον στόχο του 2%. Τον Μάιο, ο γενικός δείκτης του πληθωρισμού υποχώρησε στο 3.3% από 3.4% έναντι της εκτίμησης για αμετάβλητη τιμή και ο δομικός υποχώρησε στο 3.4% από 3.6% ενώ αναμενόταν υποχώρηση στο 3.5%.
Ο Πρόεδρος Powell υποβάθμισε τη σημασία των χαμηλότερων τιμών ως ένα μεμονωμένο σημείο δεδομένων και τόνισε ότι η οικονομία και η αγορά εργασίας είναι σε ισχυρή κατάσταση. Ένα ευνοϊκό σημείο των δηλώσεων του, ήταν η παραδοχή ότι αυτές οι εκτιμήσεις αντανακλούν μία συντηρητική προσέγγιση, αφήνοντας με τον τρόπο αυτό το ενδεχόμενο ανοιχτό για μια ακόμα μείωση μέσα στην χρονιά. Η αγορά τιμολογεί με πιθανότητες 60% το ενδεχόμενο μείωσης των επιτοκίων από την Fed τον Σεπτέμβριο. Η εκτίμηση της Fed για την ανάπτυξη του 2024 και 2025 δεν μεταβλήθηκε. Οι προβλέψεις δείχνουν ότι η αμερικανική οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 2,1% το 2024, παρά το αδύναμο πρώτο τρίμηνο, και το ποσοστό ανεργίας θα παραμείνει στο τρέχον επίπεδο του 4% μέχρι το τέλος του έτους.
Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), όπως επίσης αναμενόταν, μείωσε τα βασικά της επιτόκια κατά -0,25%, την πρώτη μείωση επιτοκίων από το 2019, με το επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων να διαμορφώνεται σε 3,75%, έπειτα από σωρευτικές αυξήσεις +4,5% από τον Ιούλιο του 2022 έως το Σεπτέμβριο του 2023 και τη διατήρησή τους σε αυτά τα πολυετή υψηλά επίπεδα για εννέα μήνες. Η ΕΚΤ έκρινε πως η νομισματική πολιτική μπορεί να καταστεί μερικώς λιγότερο περιοριστική, χωρίς να διακυβεύεται η μεσοπρόθεσμη πορεία του πληθωρισμού προς το στόχο του 2%. Ωστόσο, τόνισε ότι η απόφαση αυτή δεν προκαταβάλλει τη μελλοντική πορεία των επιτοκίων, με τα πρόσφατα υψηλότερα του αναμενομένου στοιχεία για την οικονομική δραστηριότητα και τον πληθωρισμό να συνηγορούν υπέρ αυξημένης επιφυλακτικότητας όσον αφορά την επόμενη κίνηση χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής. Συγκεκριμένα, οι προβλέψεις για τον πληθωρισμό αναθεωρήθηκαν προς τα πάνω, τόσο για τον γενικό (για το 2024 και το 2025 στο 2,5% και 2,2%) όσο και τον δομικό δείκτη (στο 2,8% και 2,2% αντίστοιχα) μαζί με ισχυρότερη ανάπτυξη το 2024 (0,9% έναντι προηγούμενης εκτίμησης 0,6%), υποδηλώνοντας ότι περαιτέρω μειώσεις ίσως να απαιτήσουν πιο ευνοϊκά δεδομένα.
Οι βασικές δηλώσεις της προέδρου της ΕΚΤ, Lagarde, ήταν ότι η ΕΚΤ εισέρχεται σε φάση σταδιακής απομάκρυνσης από την περιοριστική νομισματική πολιτική, και ότι τα επιτόκια παραμένουν περιοριστικά παρά την πρόσφατη χαλάρωση. Όλες οι μελλοντικές ενέργειες θα εξαρτηθούν από τα δεδομένα. Η αγορά προεξοφλεί πλήρως το ενδεχόμενο η ECB να προχωρήσει σε μείωση των επιτοκίων στην συνεδρίαση της τον Οκτώβριο.
Ελληνική οικονομία
Με δυναμικούς ρυθμούς αναπτύχθηκε η ελληνική οικονομία το πρώτο τρίμηνο του έτους, υπερβαίνοντας σημαντικά τον μέσο όρο της ευρωζώνης (+0.4% ετησίως κατά την ίδια περίοδο) για 12ο συνεχόμενο τρίμηνο. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η ΕΛΣΤΑΤ, το ΑΕΠ παρουσίασε μεγέθυνση κατά 2.1% σε σχέση με έναν χρόνο νωρίτερα, με την οικονομία να ανεβάζει ταχύτητα σε σχέση με τους τελευταίους μήνες του 2023. Οι επενδύσεις και η κατανάλωση λειτούργησαν υποστηρικτικά ενώ σε πτώση παραμένουν οι ελληνικές εξαγωγές. Σε σχέση με το αμέσως προηγούμενο τρίμηνο το ΑΕΠ αναπτύχθηκε κατά 0.7% καθώς το τέταρτο τρίμηνο του 2023 ο ρυθμός ανάπτυξης αναθεωρήθηκε ελαφρώς προς τα επάνω, στο 1,3% σε ετήσια βάση.
Για το σύνολο του 2024 η ελληνική κυβέρνηση στοχεύει σε ρυθμό ανάπτυξης 2.5%. Για να επιτευχθεί αυτός, θα πρέπει η οικονομία να ανεβάσει αισθητά ταχύτητα, κυρίως με τον τουρισμό, του οποίου η συμβολή δεν είναι τόσο ισχυρή στους πρώτους μήνες του έτους. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει βάλει τον πήχη στο 2.2% για τον εφετινό ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ, ενώ το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και ο ΟΟΣΑ, τον τοποθετούν στο 2%. Συνολικές εκταμιεύσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης που ανέρχονται στο ποσό των 17.7 δισ. ευρώ δρομολογεί η κυβέρνηση για τα επόμενα περίπου δυόμισι χρόνια. Στόχος της κυβέρνησης είναι να εξαντλήσει όλες τις δυνατότητες χρηματοδότησης της οικονομίας που προσφέρει ο κοινοτικός μηχανισμός και να υλοποιήσει ένα μακρόπνοο επενδυτικό πλάνο, στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ελλάδα 2.0.
Ο πληθωρισμός υποχώρησε στο 2.4% τον Μάιο από 3.1% τον Απρίλιο, 3.2% τον Μάρτιο και 2.9% τον Φεβρουάριο.
Η Fitch διατήρησε την αξιολόγηση της Ελλάδας στο BBB- ,την χαμηλότερη βαθμίδα επενδυτικής διαβάθμισης, διατηρώντας ωστόσο σταθερή την πρόβλεψη. Ο οίκος αξιολόγησης προβλέπει πρωτογενή πλεονάσματα κατά μέσο όρο 2.3% την περίοδο 2024-2025, διαβλέποντας ισχυρή δέσμευση σε δημοσιονομική πειθαρχία, με ανάπτυξη του ΑΕΠ 2.3-2.4% κατά την περίοδο αυτή. Οι επόμενες αξιολογήσεις θα πραγματοποιηθούν στις 12 Ιουλίου από την Scope, στις 6 Σεπτεμβρίου από την DBRS και στις 13 Σεπτεμβρίου από την Moody’s.
Στο πλαίσιο του φετινού προγράμματος δανεισμού της χώρας από τις αγορές, ο στόχος που έχει τεθεί είναι η μείωση του δημόσιου χρέους κατά 12 δισ. ευρώ. Στόχος ο οποίος θα επιτευχθεί και μέσω της μείωσης του όγκου των εντόκων γραμματίων από τα 11.7 δισ. ευρώ που ήταν πέρυσι σε περίπου 8 δισ. ευρώ το 2024. Επιπλέον, εντός του έτους αναμένεται μία ακόμα πρόωρη εξόφληση δόσεων ύψους 5.2 δις. ευρώ από το δάνειο που έλαβε η Ελλάδα στο πλαίσιο του πρώτου μνημονίου, στέλνοντας ένα ακόμα μήνυμα στις αγορές για την υπεραπόδοση της ελληνικής οικονομίας αλλά κυρίως βελτιώνοντας ακόμα περισσότερο το πιστοληπτικό προφίλ της χώρας. Ισχυρή ζήτηση εκδηλώθηκε στις δημοπρασίες τόσο των ετήσιων εντόκων γραμματίων με την απόδοση να διαμορφώνεται στο 3.34%, (από 3.73% τον Μάρτιο) όσο και των εξαμηνιαίων στο 3.55% ( από 3.69% τον Απρίλιο).
H μακροπρόθεσμη τάση για τις ελληνικές αξίες παραμένει ανοδική. Η χώρα, παρά τους τριγμούς των ευρωεκλογών, διατηρεί το βασικό χαρακτηριστικό της πολιτικής σταθερότητας, τα θετικά μακροοικονομικά στοιχεία συνεχίζουν να προσφέρουν νότα αισιοδοξίας, ενώ η δρομολόγηση εκ μέρους του Υπουργείου Οικονομικών της πρόωρης αποπληρωμής των χρεών του πρώτου μνημονίου προσδίδει περαιτέρω αξιοπιστία. Οι περισσότερες εισηγμένες ανακοινώνουν ιδιαίτερα ικανοποιητικά οικονομικά μεγέθη για το α’ τρίμηνο του 2024, κάτι το οποίο προλειαίνει το έδαφος για ακόμη υψηλότερες μερισματικές αποδόσεις το επόμενο χρονικό διάστημα. Επιπλέον, τα κυοφορούμενα επιχειρηματικά deals, μπορούν να δώσουν νέα πνοή στη διαθέσιμη ρευστότητα της αγοράς, ιδίως εφόσον επιβεβαιωθούν. Αξίζει να σημειωθεί ότι στις 20 Ιουνίου η αγορά πρόκειται να ενημερωθεί επισήμως αν ο οίκος MSCI θα εντάξει το ελληνικό χρηματιστήριο σε καθεστώς παρακολούθησης (watch list) με στόχο την πιθανή αναβάθμιση στις αναπτυγμένες αγορές σε βάθος 12-24 μηνών.
Επενδυτικό περιβάλλον
Τα τελευταία μακροοικονομικά δεδομένα των ΗΠΑ λειτούργησαν υποστηρικτικά για τις αγορές οδηγώντας σε ένα ακόμα νέο ιστορικό υψηλό τις παγκόσμιες μετοχές. Η ανάπτυξη διατηρείται, ενώ και τα στοιχεία για τον πληθωρισμό εκπλήσσουν ευχάριστα. Επιπλέον, η ευφορία για την Τεχνητή Νοημοσύνη συνεχίζει να στηρίζει τις εταιρείες κολοσσούς της τεχνολογίας. Η δυναμική παραμένει θετική για τις μετοχικές αξίες, χωρίς να αναμένεται σημαντική διόρθωση καθώς οι προσδοκίες για “ανώμαλη προσγείωση" της οικονομίας έχουν μειωθεί αισθητά. Η ανοδική πορεία για τις αμερικανικές μετοχές χρειάζεται μεγαλύτερη συμμετοχή πέρα των επτά κορυφαίων εταιρειών για να διατηρηθεί, ενώ παράγοντας αβεβαιότητας είναι οι προεδρικές εκλογές. Σε τυχόν διόρθωση προτείνεται αύξηση της έκθεσης. Η πρόσφατη μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ, το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών και οι πολιτικές εξελίξεις στην Γαλλία δημιούργησαν μεταβλητότητα αλλά και καλύτερα επίπεδα εισόδου για τις ευρωπαϊκές μετοχές. Οι αποτιμήσεις των μετοχών στις αναδυόμενες αγορές θεωρούνται ελκυστικές ενώ και η αύξηση των κερδών ανά μετοχή βελτιώνεται αισθητά. Η ελληνική μετοχική αγορά έχασε ένα μέρος της υπερ-απόδοσης που είχε καταγράψει από την αρχή της χρονιάς παρά το γεγονός ότι οι προβλέψεις της εταιρικής κερδοφορίας έχουν αναθεωρηθεί ανοδικά. Τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών δεν επηρεάζουν ιδιαίτερα την Ελλάδα, ωστόσο η μεταβλητότητα που παρατηρήθηκε αποτυπώθηκε και στην ελληνική αγορά. Εκτιμάται ότι ο κίνδυνος που συνδέεται με την ευρωπαϊκή πολιτική θα απορροφήθει σταδιακά και η προσοχή της αγοράς θα επιστρέψει στα θεμελιώδη μεγέθη. Οι ελληνικές μετοχές αναμένεται να υπερ-αποδώσουν μεσοπρόθεσμα λόγω των ελκυστικών αποτιμήσεων και της ισχυρής επενδυτικής υπόθεσης.
Η ομολογιακή αγορά παρουσίασε ισχυρή ανάκαμψη τις τελευταίες δύο εβδομάδες, εν μέσω ενός γενικά ελκυστικού περιβάλλοντος αποδόσεων. Οι μακροοικονομικές ανακοινώσεις είναι υποστηρικτικές, οι πληθωριστικές πιέσεις, αν και σταδιακά, μειώνονται και η ρητορική των κεντρικών τραπεζών σχετικά με μελλοντικές μειώσεις επιτοκίων παραμένει επιφυλακτική, ακόμη και από εκείνες που έχουν ήδη μειώσει τα βασικά τους επιτόκια. Οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι συνεχίζουν να υπάρχουν, με την επίδραση τους όμως σε περιορισμένο βαθμό. Διατηρείται η θετική εκτίμηση για τα ελληνικά εταιρικά ομόλογα υψηλής απόδοσης, ενώ και τα ελληνικά κυβερνητικά ομόλογα θεωρούνται ελκυστικές επιλογές στην περιφέρεια της Ευρωζώνης.